The Fountain

Θέλετε να σκηνοθετήσετε μια υπερφιλόδοξη ταινία για την οποία θα χρειαστείτε ένα αρκετά μεγάλο budget; Μάλλον όχι. Σας ρωτάω όμως, γιατί αυτό ήθελε να κάνει πριν καμιά δεκαετία και βάλε ο αγαπητός σκηνοθέτης Darren Aronofsky. Και εκεί που είχε χαρεί, επειδή βρήκε χρηματοδότηση, τσουπ, η εταιρία παραγωγής του την έκανε και μείωσε ένα μεγάλο μέρος του budget!

O μικρός θεούλης όμως, δεν έκατσε με σταυρωμένα τα χέρια-χα το πιάσατε έτσι;-και για να σιγουρευτεί πως το όραμα του θα φτάσει αυτούσιο στο κοινό του το μετέτρεψε σε graphic novel σε συνεργασία με τον  Kent Williams. Σε αυτό το άρθρο θα μιλήσουμε και για τα δύο έργα, graphic novel και ταινία, καθώς το δεύτερο δεν αποτελεί  μεταφορά του πρώτου, απλώς μια διαφορετική εκδοχή, προσαρμοσμένη στις  περικοπές του προυπολογισμού.

Η ταινία, με πρωταγωνιστές τον Hugh Jackman και την παρολίγον γυναίκα μου Rachel Weisz, μας περιγράφει την ιστορία ενός άντρα, o oποίος ψάχνει να βρει το γιατρικό του θανάτου και όλα αυτά για να είναι μαζί με τη γυναίκα του. Κάποιοι θα τον έλεγαν ΜΔ, κάποιοι άλλοι οραματιστή μιας αιώνιας ζωής. Όπως και να έχει δεν είναι αυτό το θέμα μας. Η ιστορία διαδραματίζεται σε τρεις διαφορετικούς χρόνους(16ος αιώνας, παρόν και μέλλον) με τους πρωταγωνιστές της κάθε ιστορίας να είναι οι ίδιοι. Μάλλον. Ναι, δεν είμαι ακόμα σίγουρος για το τι ακριβώς γίνεται στην ταινία, οπότε παίζει να σας λέω και βλακείες. Αλλά σε γενικές γραμμές έτσι έχουν τα πράγματα. Βέβαια, ο καθένας είναι ελεύθερος να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Εξάλλου, αυτός είναι ο σκοπός και της ταινίας και του graphic novel.

Ακόμα όμως και αν η πλοκή δεν γίνεται άμεσα κατανοητή, το σίγουρο είναι πως οι φιλοσοφικές της αναζητήσεις είναι ξεκάθαρες. Η ιστορία χρησιμοποιεί την αγάπη ως αφορμή για να προχωρήσει, αλλά το θέμα που πραγματικά πραγματεύεται είναι ο θάνατος και το ελιξήριο της ζωής.

Όσο αναφορά την ταινία, οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών ήταν εξαιρετικές με τον Jackman να παίρνει όλη σχεδόν την ταινία στις μεταλλαγμένες πλάτες του. Σκηνοθετικά, για άλλη μια φορά ο Darren δεν απογοήτευσε δίνοντας σου πληροφορίες, αλλά αφήνοντας σε παράλληλα να βγάλεις τα δικά σου συμπεράσματα. Επίσης, νομίζω πως μέσα από την κίνηση της κάμερας, πχ god’s eye πλάνα, κατάφερε να κάνει αισθητό τα μεταφυσικά στοιχεία της ταινίας.

Αν ήταν όμως να κρατήσω κάτι από αυτό το έργο, θα ήταν αρχικά οι φιλοσοφικές του προεκτάσεις, καθώς τις βρήκα πολύ ενδιαφέρουσες.

Το άλλο πράγμα που θα κράταγα και από τις δυο εκδοχές, είναι η οπτικοποίηση της ιστορίας. Πραγματικά, η ταινία αποτελεί μια από τις ομορφότερες ταινίες που θα δείτε ποτέ. Το ίδιο ισχύει αντίστοιχα με το graphic novel, που ξεχωρίζει για το σχέδιο του Kent Williams, με τις σελίδες του να θέτουν υποψηφιότητα για μια θέση στον τοίχο μου.

 

Αυτό που μ’ αρέσει στο συγκεκριμένο σχέδιο είναι πως παρ’ όλο που φαίνεται κάπως ημιτελές καταφέρνει να μεταφέρει απόλυτα την ατμόσφαιρα της ιστορίας και τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών. Για μένα λοιπόν, αυτή η έλλειψη λεπτομερειών και καθαρών γραμμών, είναι η ατέλεια που κάνει τέλειο το σχέδιο.

Πριν σας αποχαιρετήσω ας πω και δυο λογάκια για τις ομοιότητες/διαφορές των δυο εκδοχών.

Τι εννοείται δεν καταλαβατε γιατί έβαλα αποσιωπητικά; Απλώς, δεν έχω να πω κάτι , γιατί δεν βρήκα κάτι συγκλονιστικά διαφορετικό. Εντάξει, ίσως στο graphic novel να βρείτε περισσότερο γυμνό, να μάθετε κάποια περισσότερα πράγματα για την ιστορία του 16ου αιώνα, αλλά όχι κάτι τρομερό. Σκεφτείτε πως και οι διάλογοι έχουν μείνει σχεδόν ίδιοι!

Όποια εκδοχή και αν διαλέξετε λοιπόν, πιστεύω θα νιώσετε πως έχετε δει/διαβάσει κάτι διαφορετικό. Δεν είναι εύκολη ιστορία, αλλά αν ψάχνετε να διαβάσετε/ δείτε κάτι ρομαντικό και πρωτότυπο που θα σας κάνει να το σκέφτεστε για αρκετό καιρό, μη ψάχνετε άλλο, μόλις το βρήκατε.

Μπράβο ρε Aronofsky, μας τρέλανες και πάλι!

Ταινία: 4,5/5

Graphic Novel: 4/4